ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΠΕΤΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟ
Καλησπέρα σας κε Ευαγγελόπουλε,
Ευχαριστούμε πολύ που μας παραχωρείτε αυτήν τη συνέντευξη,
ώστε να σας γνωρίσουμε καλύτερα.
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο «Ο
Κατηραμένος Όφις»;
Όπως
αναφέρω και στο σημείωμα στην αρχή του βιβλίου, πηγή έμπνευσης ήταν οι
δραματικές εξελίξεις των αρχών του 2021 με το κίνημα MeToo, τις καταγγελίες για
σεξουαλική παρενόχληση από άντρες προς γυναίκες -αλλά και προς άντρες- και ο
αντίκτυπος που είχαν στην κοινωνία μας. Ξεκίνησα λοιπόν, υπό τον θόρυβο αυτών
των γεγονότων και τις αντικρουόμενες απόψεις που διατυπώνονταν, δύο ανεξάρτητες
ιστορίες, εγώ τις ονομάζω «αδελφές». Η μία είναι «Ο Κατηραμένος Όφις» και η
άλλη «Ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν», που έχει γραφτεί κατά ένα μεγάλο μέρος και
ελπίζω να εκδοθεί προσεχώς. Στην πρώτη έχουμε παρενόχληση από άντρα προς
γυναίκα, στη δεύτερη από άντρα προς άντρα. Και οι δύο ξεκινούν ως κωμωδίες, σε
ελαφρύ ύφος, όμως εξελίσσονται, όπως θα γνωρίζουν ήδη όσοι διάβασαν τον «Όφι»,
ως κάτι τελείως διαφορετικό, απρόσμενο και δραματικό.
Γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο για το βιβλίο
σας;
Πρόκειται
για το όνομα της τρομοκρατικής οργάνωσης που σπέρνει τον τρόμο στην κοινωνία
τις επόμενες από εμάς δεκαετίες και οδηγεί σε μια γενικευμένη αναταραχή. Η
ονομασία παραπέμπει σε Καραγκιόζη αλλά και σε Διάβολο. Κρύβει πικρό χιούμορ και
έναν μεγάλο τρόμο…
Τι μηνύματα θέλετε να περάσετε με αυτό σας το
πόνημα;
Είναι
πολλά, μάλιστα αντικρουόμενα κάποιες φορές μεταξύ τους, και κυρίως είναι
υπόγεια. Νομίζω ότι αυτό που μένει στο τέλος μοιάζει κάπως έτσι: Να πιστεύεις
και να προχωράς! Δεν είσαι μόνος.
Πόσο χρόνο σας πήρε για να τελειώσετε την
συγγραφή του βιβλίου σας;
Νομίζω
θα ήταν γύρω στους τέσσερις μήνες. Και αυτό επειδή έγραφα τότε ταυτόχρονα τον
«Ύμνον εις την Ελευθερίαν», που ανέφερα πιο πριν, καθώς και άλλα κείμενα,
ποικίλου περιεχομένου.
Ποιο στοιχείο του χαρακτήρα σας δυσκολεύει τη
γραφή σας;
Η
τελειομανία, αλλά κυρίως η συγγραφή πολλών κειμένων ταυτόχρονα. Βλέπετε, η
διαρκής έμπνευση, που για άλλους συγγραφείς είναι η ενδόμυχη ευχή τους, εμένα
μου έχει αφήσει πολλά κείμενα ανολοκλήρωτα, ανέκδοτα, «αδικημένα».
Τι αγαπάτε στους ανθρώπους, και τι δεν συγχωρείτε
εύκολα;
Συγχωρώ
πολύ εύκολα, ιδίως όταν δω μια ένδειξη έστω καλής διάθεσης και
επαναπροσέγγισης. Δυστυχώς, οι άνθρωποι όμως δεν έχουν την επιθυμία να
αλλάξουν, να προσπαθήσουν. Όσο για το τι αγαπώ σε αυτούς: Παλιότερα ήταν
πράγματα πιο φανταχτερά και εξωτερικά, τώρα ωστόσο προσπαθώ να βρω -ψάχνοντας,
θα έλεγα, στη νύχτα με το κερί- ανθρώπους που καταλαβαίνουν τα λάθη τους, που
είναι επιεικείς, γλυκείς. Τώρα, για το αν τελικά τους βρίσκω ή όχι, μη με
ρωτήσετε… 😊
Με ποιο μουσικό κομμάτι θα «ντύνατε» το βιβλίο
σας;
Όταν
γράφω, εμπνέομαι και συνταξιδεύω με σπουδαίους μουσικούς αλλά και
συγγραφείς-διανοητές. Μόνος δεν προχωρώ ποτέ. Γράφοντας αυτό το βιβλίο, αλλά
και το «αδελφάκι» του, τον «Ύμνο», έπεσα σε διάφορα σύγχρονα πιανιστικά
κομμάτια (με ελάχιστη ενορχήστρωση), παράξενα, σκοτεινά, μοναχικά, αλλά και με
μια σαφή αίσθηση μεταφυσικού. Ιδίως τα ποιήματα στο τελευταίο τρίτο του
βιβλίου, όπου συνοψίζεται και παρουσιάζεται με συμβολικό τρόπο η φιλοσοφία του
πρωταγωνιστή, θα μπορούσαν να αναγνωστούν υπό τη συνοδεία αυτού του κομματιού:
https://www.youtube.com/watch?v=Ok3gzDHPSv0
Έχετε γράψει επίσης τα βιβλία: «Παράξενα
Πλάσματα» και «Περίπτερο». Πείτε μας δυο λόγια και για αυτά σας τα βιβλία.
Τα
«Παράξενα Πλάσματα», από τις Εκδόσεις Ανάτυπο, είναι το δεύτερο βιβλίο μου που
εκδόθηκε. Είναι μια παράξενη ιστορία -ψυχολογικό, αστυνομικό και μεταφυσικό
θρίλερ-, πυκνά γραμμένη, σχεδόν ποιητική, με μια ιδιαίτερη «μουσική ηδονή» στις
φράσεις. Το πρωτότυπο σε αυτό το βιβλίο είναι ότι συνοδεύεται από δεκαπέντε
επιστολές των πρωταγωνιστών, σε ένα ξεχωριστό πακέτο, που απαντούν σε ερωτήματα
του αναγνώστη αλλά και δημιουργούν νέα. Θα υπάρξει και δεύτερο βιβλίο, ίσως και
τρίτο, στη συνέχεια.
Όσο για
το «Περίπτερο», των εκδόσεων Πηγή, είναι μια πιο ξεκάθαρη, πιο straightforward
ιστορία -αν τη συγκρίνουμε δηλαδή με τον «Όφι» και τα «Πλάσματα»-, μεγαλειώδης,
γεμάτη ανατροπές, τραγική, αλλά και πλημμυρισμένη από αισιοδοξία και φως.
Διαδραματίζεται στην αγαπημένη μου Θεσσαλονίκη, και κάποιος που το διάβασε και
το εκτίμησε μου είπε ότι είναι «Στίβεν Κινγκ, αλλά στην Ελλάδα». Εγώ νομίζω πως
διαφέρει αρκετά από το ύφος και τους σκοπούς του διάσημου συγγραφέα.
Το βιβλίο
σας ανήκει στην φανταστική
λογοτεχνία. Έχετε σκεφτεί μελλοντικά να ασχοληθείτε με άλλο είδος λογοτεχνίας;
Και τα
τρία μυθιστορήματα που έχω εκδώσει περιέχουν στοιχεία του φανταστικού, έχουν
ταυτόχρονα όμως σαφές κοινωνικό υπόβαθρο, σχεδόν πάντα μια ιστορία αγάπης,
έχουν χιούμορ, φιλοσοφία, Θεολογία, επιστημονικά δεδομένα. Μου αρέσει να μη
γράφω ένα είδος μόνο αλλά πολλά ταυτόχρονα στην ίδια συσκευασία. Φυσικά, θέλω
να δοκιμάζω διαρκώς νέες ιδέες. Ο «Όφις» πρόκειται για κάτι τέτοιο: κωμωδία που
μαυρίζει σταδιακά και γίνεται κάτι τελείως άλλο.
Υπάρχουν συγγραφείς που θαυμάζετε ιδιαίτερα και
σας έχουν επηρεάσει;
Εννοείται.
Τα τελευταία χρόνια έχω πάντα πλάι μου όταν γράφω τον Μπόρχες, παλιότερα είχα
τον Τόλκιν και τη Βιρτζίνια Γουλφ. Επίσης έχω επιστημονικά βιβλία ή μελέτες για
καλλιτεχνικά έργα. Έχω επηρεαστεί τόσο από συγγραφείς του Φανταστικού όσο και
από άλλων λογοτεχνικών χώρων, ακόμη και από ποιητές. Επίσης επηρεάζομαι και
θαυμάζω τα σενάρια των κινηματογραφικών ταινιών, αλλά και των ξένων σειρών, οι
οποίες την τελευταία δεκαετία έχουν πολύ καλά σενάρια και σκηνοθεσία. Ας πούμε,
οι σειρές “Dark” και “Penny Dreadful”
είναι «ηθικά υπεύθυνες» για μερικά από τα σημεία των «Παράξενων Πλασμάτων»…
Θα θέλατε να μας προτείνετε τρία βιβλία που
διαβάσατε τα δύο τελευταία χρόνια, και έχουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά σας;
Θα
επεκτείνω λίγο το χρονικό όριο των δύο χρόνων, επειδή σε αυτό το διάστημα, την
περίοδο του κορωνοϊού, έτυχε είτε να διαβάζω λίγο είτε να διαβάζω κάποια που
μου «πρότειναν». Αν πάμε λοιπόν λίγο πιο πίσω στον χρόνο, θα σας αναφέρω τη
δίτομη συλλογή των διηγημάτων του Χ. Λ. Μπόρχες, τα οποία δε με εντυπωσίασαν
τόσο ως προς τη δράση και την πλοκή, όσο ως προς την ανυπέρβλητη γλώσσα και τα
υπόγεια νοήματα. Άραγε θα βρω κάτι παρόμοιο πουθενά; Όποιος γνωρίζει, παρακαλώ
ας μου πει! 😊 Θα αναφέρω επίσης το
μοναδικό «1984» του Τζορτζ Όργουελ, το οποίο το θαυμάζεις και υποφέρεις
ταυτόχρονα. Δεν μπορώ να παραλείψω το «Κρυφτό» του Τζακ Κέτσαμ, με τον
ρεαλιστικό τρόμο του και τη σαν αρχαία τραγωδία εξέλιξη της ιστορίας. Υπάρχει επίσης
στη ζωή μου ο Στίβεν Κινγκ (σε αυτόν χρωστώ το ότι εκδίδω), υπάρχει ο Γκούσταβ
Μέιρινκ, ο Χ.Φ. Λάβκραφτ, η Σούζαν Κόλινς με τους «Αγώνες Πείνας», ο Σκοτ
Γουέστερφελντ και άλλοι πολλοί.
Πόσο σας επηρεάζουν οι κριτικές για τα βιβλία
σας, θετικές ή αρνητικές;
Κάποτε
με επηρέαζαν πολύ έντονα, τώρα πια λιγότερο. Αλλά βέβαια, πάντα μια θετική
γνώμη είναι ενθαρρυντική, ενώ μια αρνητική με κάνει να σκέφτομαι τι πήγε λάθος.
Όμως όσο περνάει ο καιρός, τόσο καταλαβαίνω τι έχω γράψει στα αλήθεια, και έτσι
μπορώ ακόμη και να διαφωνώ με κάποιον που θεωρεί αριστούργημα ένα κείμενό μου
(αναφέρομαι τώρα στα μη εκδοθέντα) ενώ εγώ βλέπω πως αυτό έχει προβλήματα, ή,
αντίθετα, όταν απορρίπτει με αγενή τρόπο κάτι που εγώ θεωρώ τμήμα της καρδιάς
μου, να μην τον πιστεύω.
Έχετε στο μυαλό σας την υπόθεση του επόμενου
βιβλίου σας;
Όχι μόνο
έχω την υπόθεση αλλά και το κείμενο πολλών βιβλίων. Υπάρχει κατ’ αρχάς το
αδελφάκι του «Όφεως», ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» που ανέφερα πιο πριν.
Υπάρχει ένα μεγάλο μέρος από το σίκουελ των «Παράξενων Πλασμάτων», με τον τίτλο
«Η απειλή του Διερμηνέα». Υπάρχουν επίσης ημιτελή άλλα μυθιστορήματα: το
«Σεληνόφως», η «Εμπειρία», ο «Ανεπιθύμητος», η «Κοκκινοσκουφίτσα». Οι
«Επισκέπτες» είναι ένα μυθιστόρημα τελειωμένο εδώ και ενάμισι χρόνο και
περιμένει να εκδοθεί από τις εκδόσεις «Ανάτυπο». Η «Έβδομη Ημέρα», αν και
ολοκληρωμένη, περιμένει ωστόσο να μεγαλώσει, σύμφωνα με απαίτηση κάποιων
αναγνωστών που το λάτρεψαν, το ίδιο και το «Μυστικό των Ashley»,
η «Παρέλαση», η «Δεύτερη Ευκαιρία» και άλλα ακόμη. Ευχηθείτε μου καλή επιτυχία!
Ποιο είναι το μότο της ζωής σας;
Η μητέρα
μου έλεγε: «Όλα θα γίνουν πολύ ωραία!». Το επαναλαμβάνω αρκετές φορές.
Πως περνάτε τον χρόνο σας όταν δεν ασχολείστε
με τη συγγραφή βιβλίων;
Με
γυμναστική, μουσική, διάβασμα (όχι μόνο μυθιστορημάτων), επαφή με φίλους,
αυτοσυγκέντρωση, αγαπώ τη φύση και προσπαθώ να τη ρουφώ όταν βρίσκομαι σε αυτή.
Μου αρέσουν επίσης τα Μαθηματικά και η Φυσική σε βαθμό έρωτα. Όσο για τη
συγγραφή, να σημειώσω ότι δεν περιορίζεται μόνο στην ώρα που γράφω μπροστά στον
υπολογιστή, αλλά κυρίως συντελείται τις υπόλοιπες ώρες, ακόμη και τις νύχτες στα
όνειρά μου! 😊
Γράφετε για να ελευθερωθείτε από τις λέξεις που
σας "πνίγουν" ή για να ξορκίσετε τους δαίμονες σας;
Τίποτε
από τα δύο, νομίζω, εκτός και αν καταλαβαίνω αλλιώς αυτές τις φράσεις. Γράφω επειδή
απολαμβάνω τη διαδικασία, «εις τη νιοστή σε σχέση με τον αναγνώστη» - φράση του
Χρήστου Χωμενίδη αυτή. Εκφράζω νοήματα που δε θα μπορούσα αλλιώς, ας πούμε σε
μια φιλική συναναστροφή. Ταυτόχρονα, επειδή εγώ ταξιδεύω ήδη σε αυτούς τους
κόσμους που περιγράφω, θέλω να πάρω συνταξιδευτές όσους το επιθυμούν. Και
φυσικά, δε χρειάζεται να το πω, εκφράζω και προσωπικά ερωτήματα, αδιέξοδα ή οράματα.
Τα social media, πιστεύετε ότι έχουν βλάψει ή
ωφελήσει τον χώρο του βιβλίου;
Έχουν
ωφελήσει τους ανθρώπους που ήθελαν να παρουσιάσουν το έργο τους -έστω κι αν
πρόκειται για ένα ποίημα μόνο ή διήγημα- και δεν είχαν τον τρόπο, τα χρήματα ή
τη γνώση για να το κάνουν με κάποια έκδοση. Επίσης, για κάποιους που εκδίδουν
είναι ευκαιρία για μια καλή διαφήμιση - αν γνωρίζουν όμως πώς να το κάνουν
σωστά. Έχουν ωστόσο βλάψει την ποιότητα, επειδή πλέον γράφουν όσοι έχουν ένα
πληκτρολόγιο μπροστά τους, και όλοι οι γνωστοί ενός συγγραφέα λένε ασταμάτητα
ότι έγραψε αριστουργήματα (πέντε αστέρια στο Goodreads). Έτσι δύσκολα
ξεχωρίζει η ήρα από το σιτάρι και δεν μπορούμε να πληροφορηθούμε αν κάτι είναι
καλό/κακό για εμάς.
Ποια είναι τα πιο έντονα συναισθήματα σας όταν
γράφετε;
Σκεφτείτε
τα πιθανά δυνατά συναισθήματα και ανεβάστε το volume στο τέρμα! Όχι
ταυτόχρονα όλα φυσικά, αλλά ανάλογα με το συγκεκριμένο κείμενο που γράφω. Έτσι,
εγώ είμαι που γελάω πιο πολύ με ένα σατιρικό κείμενό μου και όχι οι αναγνώστες,
εγώ βουρκώνω, εγώ θυμώνω, απελπίζομαι, αισιοδοξώ, παλεύω να ξεφύγω, ψάχνω νέα
μονοπάτια, θαμπώνομαι με παράξενες ανακαλύψεις. Έχω φτάσει στο σημείο να μουρμουρίζω
κάποιες φορές «χρόνια πολλά» στους ήρωές μου τη μέρα της ονομαστικής τους γιορτής,
να περπατώ πλάι τους (αν πρόκειται για τη Θεσσαλονίκη), να ονειρεύομαι μαζί
τους ένα καλύτερο μέλλον.
Σας ευχαριστούμε θερμά για αυτή την όμορφη
κουβεντούλα. Ευχόμαστε από καρδιάς καλοτάξιδο το βιβλίο σας!
Κι εγώ
σας ευχαριστώ για τις πολύ ουσιαστικές ερωτήσεις σας και εύχομαι να συνεχίσετε
την προσφορά σας στον χώρο του βιβλίου!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου